Σήμερα, μετά από τόσο καιρό απουσίας, σας έχω κάτι νέο. Πως θα σας φαινόταν να συζητήσουμε μια ταινία;
Μια ταινία ελληνική, κάπως παλιά, αλλά και τόσο σύγχρονη συνάμα.
Μια ταινία που από πολλούς χαρακτηρίστηκε «παράξενη».
Ίσως γιατί κάποιοι δεν την κατάλαβαν, ή δεν θέλησαν να την καταλάβουν ή ίσως ακόμα δεν ήταν σε θέση να την καταλάβουν ή δεν την είδαν τη σωστή στιγμή, με τη δέουσα προσήλωση και διάθεση. Πρόκειται για την ταινία «Φτηνά τσιγάρα» του Ρένου Χαραλαμπίδη.
Πόσοι την έχετε δει; Τι γεύση σας άφησε; Τι σας έμεινε από την ταινία; Η μουσική; Η ατμόσφαιρα; Κάποιο απόσπασμα;
Παραθέτω πιο κάτω, το δικό μου αγαπημένο απόσπασμα:
«Θα ‘θελα τόσο πολύ να σε εντυπωσιάσω. Η μοναδική μας νύχτα ήταν ξαφνική και σύντομη, σαν μια μπόρα. Ούτε που πρόλαβα να αρχίσω. Ούτε που πρόλαβα να σου πω την μοναδική μου ιδιότητα. Είμαι συλλέκτης. Μαζεύω το πιο σκληρό και άγριο πράγμα του κόσμου. Στιγμές. Όταν έχω αυτόν τον ξαφνικό πόθο να πετάξω, και δεν έχω πού να πετάξω, κρύβομαι στη συλλογή μου. Γεμάτη καφέδες, μποξέρ, χορευτές, τυχαία αγγίγματα, βρισιές, τρυφερούς παρανόμους, στοές, συναντήσεις, κραυγές, σιωπές, χωρισμούς, λόγια, λόγια, λόγια… Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουνε αυτά. Η ζωή ξέρει κι εγώ την εμπιστεύομαι. Είμαι από αυτούς που πάντα κάπνιζαν φτηνά τσιγάρα».
Στην έκθεση «Το βιβλίο ως έργο τέχνης» 37 καλλιτέχνες παρουσιάζουν πάνω από 80 χειροποίητα βιβλία- έργα τέχνης
Όταν ακούμε τη λέξη «βιβλίο» συνειρμικά ταξιδεύουμε σε ιστορίες που έχουμε διαβάσει, στα αγαπημένα μας μυθιστορήματα, στο βιβλίο εκείνο που μας συνοδεύει στο δρόμο για τη δουλειά ή στη χιλιοτσαλακωμένη πια έκδοση που είχαμε μαζί μας στις διακοπές και τα ταξίδια. Είναι φορές όμως που η έννοια του βιβλίου αποκτά μια άλλη διάσταση και μετατρέπεται σε έναν λευκό καμβά ιδεών και δημιουργίας.
Το βράδυ της Πέμπτης 22 Σεπτεμβρίου βρεθήκαμε στα εγκαίνια της έκθεσης «Το βιβλίο ως έργο τέχνης», που φιλοξενείται για λίγες ημέρες στο κτίριο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και είδαμε τα βιβλία από μια τελείως διαφορετική οπτική απ΄ ό,τι έχουμε συνηθίσει. 37 καλλιτέχνες παρουσιάζουν περισσότερα από 80 χειροποίητα έργα τέχνης σε διάφορα υλικά και μεγέθη, με αφετηρία το βιβλίο ως μορφή.
Μπαίνοντας στην έκθεση αντικρίζουμε ένα τρισδιάστατο βιβλίο – γλυπτό, που παραπέμπει σε ιστιοφόρο, με τα πανιά του απλωμένα και την πλώρη του να ξεπροβάλλει, έτσι όπως είναι σμιλευμένη από τις σελίδες του βιβλίου. Καθώς προχωράμε ανάμεσα στα εκθέματα, ανακαλύπτουμε βιβλία σε όλα τα πιθανά σχέδια και σχήματα που μπορεί να βάλει ο νους. Βιβλία που ανοίγουν και απλώνονται σαν βεντάλιες, άλλα με σελίδες φτιαγμένες από σύρμα και άλλα ζωγραφισμένα σε όλες τους τις όψεις.
Η έκθεση μάς εισάγει σε μια διαφορετική μορφή τέχνης που δεν έχει διαδοθεί ακόμη σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα, τα λεγόμενα artists’ books. Πρόκειται για ένα μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης που πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, έχοντας τις ρίζες του σε ρεύματα όπως ο φουτουρισμός και ο κονστρουκτιβισμός και εξελίχθηκε σε ένα πρωτότυπο και διαφορετικό τρόπο προβολής εννοιών και ιδεών που απασχολούν τον καλλιτέχνη.
«Η ιδέα αυτή στο εξωτερικό έχει πολύ μεγάλη κίνηση» μάς λέει η Φιόνα Μουζακίτη, επιμελήτρια της έκθεσης, « ιδιαίτερα στην Αμερική κάθε μουσείο και κάθε βιβλιοθήκη έχει ένα παρόμοιο καλλιτεχνικό κομμάτι το οποίο εκτίθεται κατά καιρούς στο κοινό, η Tate έχει ολόκληρη συλλογή που φιλοξενεί. Έτσι κάνουμε και εμείς μία προσπάθεια να την εντάξουμε και εδώ, στο δικό μας πλαίσιο».
Από τις πιο ωραίες πτυχές τη έκθεσης είναι η διάδραση που μπορούν να έχουν οι επισκέπτες με τα εκθέματα. Ενώ στις πιο πολλές συλλογές έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε παντού ταμπελίτσες «Μην αγγίζετε», στη συγκεκριμένη καλούμαστε να ξεφυλλίσουμε τα βιβλία, να παίξουμε μαζί τους και να αγγίξουμε όλες τους τις όψεις που μας εξάπτουν την περιέργεια, έτσι ιδιαίτερα όπως έχουν φτιαχτεί.
Άλλωστε, πέρα από έργα τέχνης είναι βιβλία, που έχουν να μας πουν τις δικές τους ιστορίες και περιμένουν να τα ανακαλύψουμε.
Info έκθεσης:Το Βιβλίο ως Έργο Τέχνης | 22 – 25 Σεπτεμβρίου 2016 | Κτήριο Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων| Είσοδος ελεύθερη
Το «Μικρό Παρίσι των Αθηνών» επιστρέφει για 4η χρονιά στους γνώριμους γαλλικούς δρόμους του κέντρου, με θέμα «Ομάδα και Τέχνες».
Μουσική, εικαστικές και φωτογραφικές εκθέσεις, street art, θέατρο και βαριετέ, δράσεις και παραστατικές τέχνες δρόμου, διαλέξεις, “tables rondes” και “rendez vous sociaux”, εκπαιδευτικά προγράμματα, petanque και άλλα παιχνίδια, φιλοξενεί το «4ο Μικρό Παρίσι των Αθηνών», το πολυ-φεστιβάλ που συνδιοργανώνουν για φέτος το Αθηναϊκό καλλιτεχνικό δίκτυο, ο Οργανισμός πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων και η Περιφέρεια Αττικής, με την υποστήριξη της Γαλλικής Πρεσβείας στην Ελλάδα και του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδας.
Το Φεστιβάλ θα πραγματοποιηθεί από 6 έως 16 Οκτωβρίου 2016, στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου, κάτω από την πλατεία Ομονοίας, γύρω από την πλατεία Βάθης και την πλατεία Καραϊσκάκη, μέχρι τον σταθμό Λαρίσης, όπου οι περισσότεροι δρόμοι έχουν γαλλικά ονόματα και, όπου, εδώ και χρόνια, συναντώνται ο αθηναϊκός αστικός πολιτισμός, η ελληνική λαϊκή παράδοση, και οι κουλτούρες των μεταναστών, ταξιδιωτών και επισκεπτών.
Για 10 ημέρες θα παρελάσουν πάνω από 500 καλλιτέχνες, δημιουργοί και άνθρωποι του πνεύματος από την Ελλάδα και το εξωτερικό, σε περισσότερα από 40 επιλεγμένα σημεία (δρόμοι, πλατείες, θέατρα, ωδεία, σχολεία, γκαλερί, μουσικά μπιστρό, ξενοδοχεία, πάρκα, νεοκλασσικά-ιστορικά κτίρια και άλλοι εναλλακτικοί χώροι).
Στιγμιότυπο από την έναρξη του Μικρού Παρισιού 2015 και το flashmob στο μετρό του Συντάγματος
50 συναυλίες σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους, 11 θεατρικές παραστάσεις, 4 γκαλερί με ομαδικές εκθέσεις εικαστικών δημιουργών, 2 εκθέσεις φωτογραφίας, παραστάσεις τσίρκο, χοροθέατρο και θέατρο δρόμου, ανοιχτά πάρτυ, πολιτιστικές παρεμβάσεις και αξιοποιήσεις ελεύθερων χώρων, 7 διαλέξεις ή στρογγυλά τραπέζια, πολλές δράσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα στα «ανοιχτά» σχολεία, θα ακολουθήσουν την πολυ-διαδραστική έναρξη του φεστιβάλ την Πέμπτη 6 Οκτωβρίου στις 12 το μεσημέρι.
Info Eπικοινωνία: athensartnetwork@gmail.com Πληροφορίες: www.athensartnetwork.gr Γραφεία: Ξενοδοχείο Νοvotel Athens, Mιχαήλ Βόδα 4-6 Αθήνα. Ώρες λειτουργίας 12.00-15.00 καθημερινά από Δευτέρα έως Σάββατο
Εικαστική έκθεση στον πεζόδρομο της Ερμού για τα εξαρτημένα άτομα
Μοναξιά, απομόνωση, αποκλεισμός, ντροπή και… ακροβασίες του μυαλού και της ψυχής των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν πρόβλημα εξάρτησης και χρήση ουσιών αποτυπώνονται στην εικαστική έκθεση «Ακροβάτες» που από σήμερα το απόγευμα 20 Σεπτεμβρίου είναι ανοιχτή για τους περαστικούς στον πεζόδρομο της Ερμού στο σημείο της πλατείας Ασωμάτων μέχρι την οδό Πειραιώς στην Τεχνόπολη στο Γκάζι και θα διαρκέσει μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου.
Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ η εικαστικός, Κλεοπάτρα Χαρίτου επί έναν χρόνο περπάτησε στις πιάτσες των χρηστών στους δρόμους της Αθήνας, μίλησε μαζί τους, είδε από κοντά τον εφιάλτη της εξάρτησης, της φτώχειας, της πορνείας, της πείνας, του θανάτου. «Ήταν δύσκολο εγχείρημα, αλλά εμπειρία ζωής» λέει χαρακτηριστικά. Σε αυτές τις 10 στάσεις υπάρχουν φωτογραφίες που απεικονίζουν μόνο τα χέρια των χρηστών κι όχι τα πρόσωπα, διότι «όλη η χρήση γίνεται στα χέρια. Όλη την φθορά υφίσταται το σώμα, τα χέρια είναι τα εργαλεία που οδηγούν σε αυτόν τον εθισμό». Η έκθεση χωρίζεται σε ενότητες. Οι τέσσερις στάσεις- σταθμοί είναι αφιερωμένοι στις ομάδες και στις κατηγορίες τοξικοεξαρτώμενων, όπως για παράδειγμα οι άστεγοι, οι τρανσέξουαλ, οι εκδιδόμενες. «Η καθεμία από αυτές τις ομάδες βέβαια έχει και τα δικά της προβλήματα, πέραν της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Με άλλο τρόπο παρουσιάζονται οι άστεγοι χρήστες, όπου οι φωτογραφίες συνοδεύονται με ένα αντικείμενο, όπως χρησιμοποιημένα στρώματα που συμβολίζουν ότι είναι άστεγοι. Ή για τις τρανσέξουαλ που είναι κοινωνικά αποκλεισμένες, χωρίς νόμιμες άδειες τις περισσότερες φορές, έχει τοποθετηθεί μια συρταριέρα με ανοιχτά, άδεια συρτάρια που παραπέμπουν στην γραφειοκρατία.
Οι υπόλοιπες έξι στάσεις έχουν θέμα την δουλειά, τις υπηρεσίες και την λειτουργία του ΚΕΘΕΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ». Όπως υπογραμμίζει «η φιλοσοφία πίσω από το στήσιμο της έκθεσης στον δρόμο, είναι ότι δεν μπορώ να πάρω τους ανθρώπους που ζούνε στο δρόμο και να τους κλείσω στους τέσσερις τοίχους ενός μουσείου. Τις φθορές που μπορεί να υποστούν αυτοί οι άνθρωποι θα τις υποστεί και η έκθεση, είτε θα βρέξει είτε θα την πατήσει κάποιος και θα πέσει πάνω τους». Η κ. Χαρίτου προσκαλεί τους περαστικούς που θα περιηγηθούν στην έκθεση «να σταθούν και να δούνε αυτούς που καθημερινά προσπερνάμε. Ας σκεφτούμε τον ρόλο της κοινωνίας και της πολιτείας απέναντι στους πιο ευάλωτους, σε μια δύσκολη εποχή».
Ο υπεύθυνος προγράμματος του ΚΕΘΕΑ ΕΞΕΛΙΞΙΣ, Μιχάλης Μυλωνάς επισημαίνει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ότι «η ιδέα προέκυψε με αφορμή τη συμπλήρωση 20 χρόνων λειτουργίας μας. Εμείς κάθε βράδυ βγαίνουμε στους δρόμους της Αθήνας και προσπαθούμε να υποστηρίξουμε τους εξαρτημένους ανθρώπους ανάλογα το αίτημα του καθένα, καθώς είναι περιθωριοποιημένοι και ξεκομμένοι από οποιαδήποτε υπηρεσία» και προσθέτει ότι στόχος αυτής της έκθεσης είναι η ευαισθητοποίηση του κόσμου, «ώστε να σκεφτούν ότι είναι ένα ζήτημα που αφορά όλους μας, ενώ στοχεύουμε στο να επικοινωνήσουμε την δουλειά μας ελπίζοντας να αποτελέσει έναν μοχλό για να αλλάξουν κάποιες συμπεριφορές». Την έκθεση θα ανοίξει η ομάδα κρουστών που θα προσπαθήσει να ανεβάσει την διάθεση με ρυθμικούς ήχους «που συμβολίζουν την ελπίδα, την ανάγκη για ζωή. Είναι ο χτύπος της καρδιάς της πόλης, δεν εγκαταλείπουμε, πρέπει να στηρίξουμε αυτούς τους ανθρώπους που αιωρούνται κάθε μέρα πάνω από το κενό χωρίς δίκτυ ασφαλείας, ανοίγοντας την καρδιά μας και δίνοντάς τους ζωή και ελπίδα», καταλήγει η κ. Χαρίτου.
Κατά
καιρούς γνωρίζουμε ανθρώπους, μέρη, ζούμε καταστάσεις που μας κάνουν να
νιώθουμε πιο ζωντανοί, που μας μαθαίνουν τον εαυτό μας, που μας στιγματίζουν.
Κι αφήνουμε εκεί μαζί τους ένα κομμάτι μας. Λίγο από τη καρδιά μας που χτυπάει
δυνατά κάθε που οι αναμνήσεις χτυπούν την πόρτα, λίγο από το μυαλό μας που
ταξιδεύει εκεί με την πρώτη ευκαιρία και με κάθε συγκυρία. Ακόμα και λίγο από
το σώμα μας. Γιατί κάποτε περάσαμε πεζοί μέσα από τις ζωές άλλων, κάποτε
περπατήσαμε στους δρόμους της πόλης που αγαπήσαμε. Και το αεράκι φύσηξε και
παρέσυρε κάποια από τα μόρια μας, που πάντα υπάρχουν εκεί και ταξιδεύουν.
Πετούν πάνω από τα μέρη που αγαπήσαμε και κάθονται πάνω στα άτομα που λατρέψαμε
σε έναν αέναο χορό νοσταλγικό και συνάμα έξαλλο.
Τα
μεγαλύτερα κομμάτια μου τα έχω εναποθέσει με στοργή εκεί, στη νύφη του Βορρά.
Στους δρόμους της. Στους ανθρώπους της. Στις στιγμές μου. Στις στιγμές μας.
Μαζί της. Μαζί τους. Κάθε μέρα που περνάει τα μόρια μου συνταράσσονται κάθε που
τρέχω στο μυαλό τους. Κάθε που έρχονται στο δικό μου. Κι έτσι ο χορός μας
συνεχίζεται. Χωρίς κανείς μας να κουράζεται ποτέ. Χωρίς να μειώνει τον ρυθμό
του. Και όποτε ξανασμίγουμε η ζωή μοιάζει με ένα ατέλειωτο πάρτι επανένωσης,
στο οποίο όμως δε φοβάσαι μην σε κρίνουν οι άλλοι, ούτε έχεις ανάγκη να
πλασσάρεις μια ζωή που δε ζεις κι ένα προσωπείο για να εντυπωσιάσεις. Γιατί
αυτή η πόλη, αυτοί οι άνθρωποι, σε ξέρουν καλύτερα από ότι εσύ τον εαυτό σου.
Και βλέπουν κάθε σου πτυχή ατόφια και αυθεντική όπως είναι. Και τους αρέσει.
Και το χαίρονται. Και γλεντάνε μαζί σου χωρίς να ζητάνε τίποτα περισσότερο.
Μόνο εσένα. Κι εσύ αυτούς.
Νόμιζα πως ο πρώτος ο έρωτας, ο μεγάλος,
αυτός για τον οποίο έχουν γραφτεί τόσα μυθιστορήματα και αναρίθμητα ποιήματα,
αυτός που έκανε πολλούς να καρδιοχτυπήσουν δυνατά απλά δεν υπάρχει. Αλλά ήμουν
μικρή ακόμη, κι έκανα λάθος.
Ο έρωτας ο πρώτος, ο μεγάλος, ο δυνατός,
αυτός που θα σε κάνει να μη θέλεις να πλυθείς για να μη φύγει από πάνω σου το
άγγιγμα του, να μη θέλεις να φας γιατί νιώθεις πως το στομάχι σου έχει γίνει
ένας σφιχτοδεμένος κόμπος, υπάρχει.Και τον έζησα.
Και όχι απλώς τον έζησα. Τον έκανα ένα με
το πετσί μου, τον φόρεσα σαν το αγαπημένο μου πουλόβερ που στο τέλος από το
πολύ φόρεμα γέμισε τρύπες και ξεχείλωσε. Τον τράβηξα από τα μαλλιά. Τον είχα
αγαπήσει τον πρώτο μου έρωτα. Κι ύστερα κατάλαβα πως πια αγαπούσα την ιδέα του.
Και πάντα θα την αγαπούσα.
Δε νόμιζα πως είμαι ικανή να αγαπήσω πια.
Ενθουσιαζόμουν με τους συντρόφους μου και τους φρόντιζα, μα ποτέ δε δινόμουν
ολοκληρωτικά. Τους έδινα να φάνε ένα κομμάτι μου κι έπειτα τραβούσα τον μεζέ
και τον έπαιρνα μακριά.
Μα μια μέρα κάτι μέσα μου άλλαξε. Ένιωσα
πράγματα που νόμιζα πως δε θα ένιωθα ποτέ ξανά. Δεν ήταν κάτι που είχα νιώσει
ακριβώς στο παρελθόν. Κάθετι που νιώθεις για κάποιον άνθρωπο, έχει κάτι
ξεχωριστό, όπως και ο άνθρωπος για τον οποίο το νιώθεις. Κι άρχισα να αναθεωρώ
για ακόμη μια φορά.
Μα ακόμα μου ήταν δύσκολο να πω όσα είχα
κλειδώσει μέσα μου. Οι λέξεις ανέβαιναν στο στόμα μου, έφταναν μέχρι τα χείλη
μου και γραπώνονταν εκεί προσπαθώντας να μην βγουν έξω. Και κρατήθηκαν γερά,
σαν κάποιον που κρατιέται από τον βράχο για να μην πέσει στον γκρεμό από κάτω.
Οι πράξεις λίγες· ίσως καλές, αλλά λίγες
μπροστά σε εκείνες που θα ήθελα. Μπροστά σε εκείνες που μπλόκαρα. Που ήθελα να
κάνω, αλλά δεν έκανα. Ποτέ δε θα μάθεις τι φταίει. Ίσως ούτε κι εγώ. Δεν είμαι
κακός άνθρωπος. Δεν το πιστεύω αυτό. Είμαι απλώς φοβισμένη, τρομοκρατημένη. Και
φταίω. Σαφώς και φταίω. Φταίω που σε σκέφτομαι και γράφω και νιώθω την
ταχυκαρδία στο στήθος μου, όπως θα ένιωθε μια πόρτα αν τη χτυπούσε κάποιος
φορώντας σιδερογροθιά. Φταίω που αφήνω αυτούς που με μεγάλωσαν να ρουφάνε από
μέσα μου τη ζωή που θέλω να ζήσω και να με αφήνουν με μερικά απομεινάρια, να
τρέφω αυταπάτες πως ζω έστω κάτι από αυτά που θα ήθελα να ζήσω.
Όταν μεγαλώνεις με περιορισμούς, θέλεις
συνεχώς να απαλλαχθείς από αυτούς. Αλλά έχεις μάθει να ζεις με αυτούς που
σχεδόν τους έχεις ανάγκη πια. Δεν σου είναι τόσο εύκολο να τους πετάξεις από
πάνω σου. Γίνεσαι ένας ψευτοεπαναστάτης, που βρίσκει πάντα έναν λόγο να
γκρινιάξει και βλέπει πάντα την αρνητική πλευρά των πραγμάτων. Που συνεχώς
φωνάζει και ωρύεται και είναι πάντα έτοιμος να τα παρατήσει όλα και να κάνει
την επανάστασή του, αλλά ποτέ δεν την κάνει· μένει πάντα στα λόγια.
Και μέσα από περιορισμούς και έλλειψη
υποστήριξης και εμφανούς αγάπης, νιώθεις πως δεν μπορείς να ζήσεις τίποτα που
να σε κάνει ευτυχισμένο. Κι έτσι όταν η ευτυχία έφτασε στα πόδια μου, την
έδιωξα για ακόμη μια φορά. Έφυγα από εσένα. Σε άφησα πίσω μη λογαριάζοντας την
ιδιαίτερη σχέση μας. Μην αφήνοντας το παραμύθι μας να ζήσει.
Και κάπως έτσι κατέληξα πως προκαλώ πόνο σε
ό, τι αγαπώ και το διώχνω μακριά. Ίσως για να μην του προκαλέσω
περισσότερο πόνο στο μέλλον ή ίσως γιατί βαθιά μέσα μου δε θέλω να είμαι
ευτυχισμένη, γιατί δεν έχω μάθει έτσι. Κατέληξα πως δεν είμαι καλοκαίρι, αλλά
το θλιβερό φθινόπωρο, που προϋπαντεί τον χειμώνα.
Κι έτσι κρατάω τη θλίψη μου σφιχτά και
ενίοτε την ανάγω στον υπερθετικό της. Τουλάχιστον έτσι ξέρω πως μένω εγώ και
αυτή μονάχα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη σχέση που έχω. Η γκόμενά μου. Και πρέπει
να δουλέψω τη σχέση μου μαζί της, να βρω το θάρρος να τη χωρίσω, να τη διώξω
μακριά μου, για να μπορέσω να δώσω στον εαυτό μου την ευκαιρία να κάνει μια
υγιή και επιτυχημένη σχέση. Ως τότε, απλώς θα τρέφω αυταπάτες πως μπορώ. Ως
τότε απλώς θα πληγώνω τον εαυτό μου και όσους προσπαθούν να με προσεγγίσουν και
να με κάνουν ευτυχισμένη.
Μα ακόμα και αν δουλέψω αυτή τη σχέση,
ακόμα και αν γνωρίσω κάποιον στο μέλλον. Κανείς δεν θα έχει όσα είχες εσύ.
Κανείς δε θα μου δώσει όσα μου έδωσες κι εγώ δε θα μπορέσω να του δώσω όσα
έδωσα σε εσένα.
Το μόνο που ξέρω όπως και να ‘χει είναι πως
όσο δουλεύω μαζί της, θα συνεχίσω να γράφω.
Θα γράφω για 'σένα, γραπτά που ποτέ δε θα
δεις. Κι ακόμα κι όταν οι σκέψεις μου δε θα είναι πια τόσο πρωτότυπες μετά από
κάποιο καιρό, εγώ θα συνεχίσω να γράφω και θα συνεχίσω να σκέφτομαι στιχάκια
και διάσπαρτες λεξούλες που ντύνουν όσα γυρνάνε μέσα στο μυαλό μου για εσένα.
Γιατί εσύ ήσουν ο φάρος μου, που με οδήγησε
μέσα από θύελλες, αλλά δεν ήθελα να θαμπώσω το φως σου παρασύροντάς το μέσα στη
μεγαλύτερη θύελλα- αυτή του μυαλού μου.
Με vintageκαι retroπινελιές στη διακόσμηση του, με
αναπαυτικούς καναπέδες για τους συνοδούς, υπέροχες κουρτίνες στα δοκιμαστήρια
κάνει ακόμα και τη δοκιμή των ρούχων διασκεδαστική.
Με ρούχα Ελλήνων σχεδιαστών, υπόσχεται να ντύσει τις μέρες και τις νύχτες σας. Από ένα
σικ midiφόρεμα για το γραφείο,
σε ένα σύνολο που θα σας συνοδεύσει στις κοινωνικές υποχρεώσεις και θα σας
βγάλει ασπροπρόσωπες.
Αλλά το Macacaoδε σταματάει εκεί. Έχει ρούχα για
κάθε ώρα, που αγκαλιάζουν το σώμα και αναδεικνύουν τα δυνατά του σημεία, αλλά
έχει και πολύ όμορφα και ιδιαίτερα αξεσουάρ και μερικά πολύ girlieπραγματάκια για να δωρίσετε στις φίλες
σας.
Οι
πωλήτριες πάντα πρόθυμες και χαμογελαστές, καταλαβαίνουν αμέσως το στυλ σας και
αν τους το ζητήσετε σας προτείνουν διάφορες επιλογές που σίγουρα θα σας
κερδίσουν.
Με λίγα
λόγια, το Macacaoείναι το ιδανικό μαγαζί για να πας
και να ευχαριστηθείς ψώνια και να ξέρεις μάλιστα ότι ψωνίζεις ελληνικά.
Βρίσκεται
στην Μητροπόλεως 91, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και το Σαββάτο 16 Απριλίου
στις 12:00 θα κάνει ταεγκαίνια του και θα σας περιμένει όλους εκεί! Κάντε like στη σελίδα του Macacao στο facebook για να ενημερώνεστε διαρκώς για ό,τι νεότερο: https://www.facebook.com/Porto.Carras.Macacao/?fref=ts
Εσύ, που δεν μοιάζεις με κανέναν. Γιατί κανείς άλλος δε κατάφερε ποτέ ως τώρα να με κάνει να νιώσω αυτό που ένιωθα για εσένα.
Κανείς δε κατάφερε, ούτε καν να επισκιάσει τον χώρο που καταλαμβάνεις στο μυαλό μου και στη καρδιά μου. Είναι δικός σου και θα είναι για πάντα. Γιατί ήσουν εσύ αυτός που ερωτεύτηκα τόσο έντονα, που πλέον αμφιβάλλω, αν υπάρχουν αλλού τόσος έρωτας και τόση αγάπη μαζεμένα.
Μου έκλεψες το πρώτο μου φιλί, πίσω από το ιερό της εκκλησίας. Ακόμα το θυμάμαι.
Έχω μοιράσει πολλά φιλιά από τότε. Αλλά εκείνο το φιλί ήταν το κάτι άλλο. Ήταν κάτι που δε ξεχνιέται. Ένα φιλί όλο ένταση και χημεία. Ένα φιλί με γεύση έρωτα.
Με αρρώστησε. Τα πάντα γυρνούσαν γύρω μου, το στομάχι μου είχε γίνει κόμπος, νόμιζα πως θα πέσω κάτω.
Και έπεσα. Ομολογώ πως απέφευγα να φάω οτιδήποτε ή να πλυθώ εκείνη την ημέρα. Δεν ήθελα να χάσω τη γεύση σου, ούτε την αίσθησή σου. Ήθελα να κρατήσω αυτό το φιλί πάνω μου για πάντα.
Δεν είναι, όμως, μόνο εκείνο το φιλί -κι όσα ακολούθησαν- που δεν αλλάζω και δε συγκρίνω με κανένα, αλλά και ο έρωτας μαζί σου. Τότε που σου δόθηκα και μου δόθηκες. Που ενώθηκα μαζί σου και ένιωσα πιο πλήρης από ποτέ.
Ήταν τόσο όμορφο και φυσικό. Σα να ήταν προετοιμασμένο το σώμα μου για ‘σένα. Με άγγιζες και ριγούσα. Ενεργοποιούσες με μιας όλες μου τις αισθήσεις και με έκανες ολοένα και περισσότερο δική σου. Ζούσα μαζί σου το απόλυτο.
Όταν έλειπες, πονούσα. Ένιωθα την έλλειψη τόσο έντονη, που ήθελα να αρπάξω το τρένο από τη Θεσσαλονίκη και να έρθω στην Αθήνα. Αλλά τα χιλιόμετρα ήταν πολλά και αναγκαστικά έπρεπε να σε στερηθώ.
Όμως, κάποτε σε έδιωξα. Γιατί δε σε αγαπούσα μόνο εγώ πολύ, με αγαπούσες κι εσύ. Και κάποιες φορές η πολλή αγάπη, οδηγεί σε ακραίες συμπεριφορές.
Είχες αγκιστρωθεί πάνω μου πια. Είχαμε χάσει την ανεμελιά μας. Η ζήλια σου είχε αρχίσει να γίνεται παθολογική. Δεν μπορούσα να φοβάμαι για τη σωματική σου ακεραιότητα, κάθε φορά που τσακωνόμασταν.
Όταν εκείνη την ημέρα, πήγες να πηδήξεις από το μπαλκόνι, πέθανα χίλιες φορές μέσα μου, σκεπτόμενη τη συνέχεια. Και επειδή ακόμα σε αγαπούσα και ήθελα να διατηρήσω αυτή την όμορφη εικόνα στο μυαλό μου, σε έδιωξα.
Φέρθηκα σκληρά και ίσως εγωιστικά.
Όλος μου ο κόσμος γκρεμίστηκε. Ξέρω, το ίδιο και ο δικός σου. Πάνε τα σχέδια για κοινή ζωή, παιδιά, σκυλιά και πολύ έρωτα. Έμεινε, όμως, αυτός ο έρωτας μέσα μου.
Το ομολογώ τώρα, κανείς δε με άγγιξε ποτέ όπως εσύ.
Κανείς δεν άγγιξε τη ψυχή μου, το μυαλό μου, την καρδιά μου, το σώμα μου, όπως το έκανες εσύ. Και το βλέπω πολύ δύσκολο να το καταφέρει κάποιος. Κατέστρεψες κάποιους άντρες, που έτυχε να με αγαπήσουν, πολύ ή λίγο. Ακούνε το όνομά σου και βρίζουν.
Το ίδιο και η γυναίκα σου, απ’ ότι ακούω. Ακούει το όνομά μου και παθαίνει αναφυλαξία.
Κάθε που υποπτεύεται πως περνάω από το μυαλό σου, σου λέει πως δε σ’αγαπάει πια και σε χωρίζει. Μέχρι να θυμηθεί το αγγελούδι σας και να ξεχάσει εμένα και πάλι από την αρχή.
Εσύ έφτιαξες τη ζωή σου, αγάπη μου.
Προχώρησες και δηλώνεις περίτρανα παντρεμένος και δυστυχισμένος. Νόμιζες θα βρεις λύτρωση και παρηγοριά σε αυτόν τον γάμο. Κανένας, όμως, δε θα με σβήσει από μέσα σου και το ξέρεις. Εμείς σε αυτόν τον κόσμο, ανήκουμε ο ένας στον άλλο και ας βρισκόμαστε αλλού. Η σκέψη του ενός πάντα θα τρέχει, έστω και για λίγο, έστω και λιγότερο συχνά στον άλλο. Πάντα θα θυμάσαι και πάντα θα θυμάμαι, το ρίγος και το ανακάτεμα που μας έκανε ξεχωριστούς.
Δε με θλίβει, όμως, που δε σε έχω στη ζωή μου πια. Δε με επηρεάζει τόσο. Για μια ακόμα φορά θα μιλήσω εγωιστικά, αλλά μου φτάνει που κατάφερα να κρατήσω αυτή την καλή εικόνα, μέσα στα χρόνια. Ατόφια και ανεξίτηλη.
Τα άσχημα δε θέλω να τα σκέφτομαι. Γιατί μου έδωσες το προτέρημα να λέω πως στη ζωή μου έζησα τον αληθινό έρωτα και την πραγματική αγάπη και να με ζηλεύουν εκείνοι που βλέπουν το βλέμμα μου όταν το λέω.
Ζηλεύουν γιατί καταλαβαίνουν, ότι δεν αξιώθηκαν ακόμα να ζήσουν το απόλυτο και είναι βουτηγμένοι στα νερόβραστα.
Σε ευχαριστώ πολύ, λοιπόν, που μου 'μαθες τον έρωτα. Και ας μου τον πήρες όλο εσύ και νιώθω πως πια δεν έχω να δώσω άλλον.
Και κάτι ακόμα.
Θυμάσαι που ακούγαμε Μαχαιρίτσα και λέγαμε πως μαζί θα πεθάνουμε εμείς, ξαπλωμένοι σε ένα κρεβάτι, σαν τον «Μ’ αγαπάς» και την «Σ’ αγαπώ», φυσώντας ο ένας την πνοή του στο στόμα του άλλου;
Την επόμενη μέρα πήγες και τύπωσες μπλούζες. Απόψε λοιπόν, κοιμάμαι και σε φοράω «Σ’ αγαπώ μου»!
Το χέρι του ήταν βρώμικο Είχε μια ώρα που χάιδευε το αλουμίνιο Μπρος-πίσω, μπρος-πίσω Στεκόταν μόνος του Εκεί Στο ξέφωτο Λίγα μέτρα από το σπίτι του Τους κοιτούσε όλους μέσα που μιλούσαν Μπορούσε να νιώσει την ένταση από εκεί που στεκόταν Και στην άλλη άκρη του κόσμου να ήταν Θα μπορούσε να την νιώσει Είχε μάθει να ζει με αυτήν Είχε διεισδύσει σε κάθε στιγμή του Ήταν παντού στη ζωή του Δε μπορούσε να φύγει μακριά της Να δραπετεύσει Δεν μπορούσε και να’ θελε Ένιωθε να μην έχει επιλογή Ένιωθε δειλός Συχνά παραιτημένος Όποτε εύρισκε προφάσεις και τρόπο, έφευγε Αλλά ποτέ δεν του ήταν αρκετό το «για λίγο» Και ποτέ δεν τολμούσε το «πολύ» Έλυσε τα φρένα Ήταν απότομος ο κατήφορος Το αμαξίδιο τσούλησε γρήγορα Ένιωθε τον αέρα στο πρόσωπό του Τον ήλιο στο δέρμα του Την ελευθερία στην καρδιά του Μπροστά έβλεπε μόνο τη θάλασσα Σύντομα ακούστηκε ο ήχος ενός αντικειμένου όταν πέφτει στο νερό Κι εκείνος ένιωσε πιο ανακουφισμένος και πιο ελεύθερος από ποτέ Έγινε ένα με το νερό Το αμαξίδιο τον τράβηξε κάτω «Επιτέλους, τόλμησα το πολύ μου» ψέλισσε καθώς βυθιζόταν «Επιτέλους είμαι ελεύθερος»